ΤΟ ΤΟΙΧΟΣ, ΤΑ ΤΕΡΑΤΑ ΚΑΙ ΟΙ «ΚΑΚΟΙ ΓΟΝΕΙΣ»


 
Παραλογίες και βαρβαρότητες
 
Γιάννης κερνάει,  Γιάννης πίνει, και τα κοροΐδα- για να μην πω οι «κοπρίτες», οι τεμπέληδες και οι αγράμματοι- πληρώνουν και πληρώνουν και θα συνεχίσουν να πληρώνουν, εκτός και αν κάποια στιγμή πιστέψουν πως μπορεί να πάψουν να είναι κοροΐδα που τους δουλεύουν και από πάνω οι αρχικοπρίτες.  Στην παρούσα όμως φάση το μόνο που ελπίζουν είναι πως θα τους μείνουν κάποια ψιλά στο πορτοφόλι τους για να μην πεινάσουν τα παιδιά τους.
 
Με την κρίση τα πράγματα αγριεύουν σε όλα τα επίπεδα του κοινωνικού βίου και ο κάθε φτωχοδιάβολο  βλέπει ως εχθρό του τον πιο αδύναμο από αυτόν. Με την «σοσιαλιστική» κυβέρνηση να ενισχύει τις πολλαπλές ανασφάλειες του κοινωνικού σώματος, εφαρμόζοντας στην πράξη την ακροδεξιά πολιτική, κτίζοντας παντού τείχη, σε μια εποχή που η νέα τεχνολογία, η  γνώση, η επιστήμη, η πληροφορία η γενική διάνοια τα γκρεμίζει σε λίγα λεπτά.       

Δίπλα στην μορφωτική, πολιτιστική, ιδεολογική φτώχεια και εξαθλίωση του ύστερου καπιταλισμού ήρθε και έδεσε και η υλική φτώχεια και εξαθλίωση, απόρροια  της κρίσης ενός συστήματος που πλέον  δεν βγάζει όσα κέρδη θέλει  ή βγάζει λιγότερα από άλλες εποχές.
 
Η παράνοια της δικτατορίας της οικονομίας σε όλο το μεγαλείο της: Η κρίση ξέσπασε γιατί η ηγεμονεύουσα νεοφιλελεύθερη οικονομία απέτυχε να εξασφαλίσει σε βάθος χρόνου υψηλή κερδοφορία στα  κεφάλαια που βρίσκονται συσσωρευμένα σε λίγα χέρια. Με αποτέλεσμα να σκάσει η φούσκα  των πλασματικών κεφαλαίων που στηρίζονταν στην  τεραστία παραγόμενη υπεράξια στα εργασιακά κολαστήρια του κόσμου. Πλασματικά κεφάλαια που για ένα μακρό χρονικό διάστημα ήταν μια κάποια λύση, βοηθουμένη και με την νεοαποικιοκρατική πολιτική που εφαρμόστηκε στο Νότο και στις πρώην «σοσιαλιστικές» χώρες.      
 
 Η απάντηση σε αυτό το παραλογισμό ένας νέος παραλογισμός: Ιδιωτικοποίηση παντού, συνολικότερη  περίφραξη του παραγόμενου πλούτου και των δημοσίων αγαθών, γενικευμένο σάλπισμα επίθεσης σε εργατικά και κοινωνικά δικαιώματα, σε κατακτήσεις που ανέχονταν ως τα τώρα το σύστημα.. Κατά μια έννοια είναι σαν να βάζεις τον λύκο να φυλάει τα πρόβατα ή σαν να δίνεις περισσότερο δηλητήριο σε ένα  ήδη δηλητηριασμένο οργανισμό.
 
Περιφράζω, περιφράζεις, περιφράζει…, κτίζοντας τείχη.
 
Ή μήπως δεν είναι έτσι, μήπως τελικά  πίσω από ένα εμφανή παραλογισμό, υπάρχει μια αδήριτη αναγκαιότητα του συστήματος, μια εργαλειακή καπιταλιστική ορθολογικότητα που επιστρέφει πάντα στο μόνιμο αιμοδότη του για να επιβιώσει˙ ένας σύγχρονος βρικόλακας που ζει από την ζωντανή εργασία, τις επιθυμίες της και τον πλούτο που παράγει η τελευταία;
 
Επιστρέφει στην βάση του συστήματος που δεν είναι μόνο η εργατική δύναμη αλλά οι μορφές- ζωής που παίρνει η γενική διάνοια. Δηλαδή ο τρόπος και η έκφραση μιας πολυσύνθετα και πολύπλευρα παραγωγικής κοινωνίας με βάση την βιοπολιτική έκφραση της γνώσης, της επιστήμης και του κοινωνικού πράτειν των παραγωγικών ροών της ζωντανής εργασίας.
 
Να γιατί λοιπόν επιστρέφει στην μόνιμη πηγή πλούτου, περιφράζοντας ότι κυκλοφορούσε ελεύθερα και από κοινού. Μετατρέποντας σε ιδιωτική περιουσία, οτιδήποτε ήταν κοινή χαρά. Στέλνοντας τον κόσμο στα σπίτια του, μεταμορφώνοντας σε τρομοκράτη οποιοδήποτε σηκώνει έστω και ελάχιστα το ανάστημα του.  Μια κοινωνία του φόβου και του τρόμου που βλέπει παντού εχθρούς και όχι φίλους, συντρόφους, μοναδικότητες, πολίτες.
 
 Κατά μια έννοια αυτό που επιχαίρει να απαλλοτριώσει ο σύγχρονος καπιταλισμός δεν είναι οι μοντέρνες γαίες και ο πλούτος αλλά η υπάρχουσα κοινωνική υποκειμενικότητα, δημιουργώντας μια νέα, επιστρέφοντας με μια έννοια σε μια φάση πρωταρχικής συσσώρευσης.
 
‘Επιστρέφοντας στα εγκλήματα τη νιότης του που η περίφραξη των γαιών συνδυάσθηκε οργανικά με την καταστολή και την περίφραξη κοινωνικών υποκειμενικοτήτων, όπως οι αιρετικοί, οι βάρβαροι και οι «μάγισσες», όπως μας εξηγεί πολύ καλά και το βιβλίο της Lady Stardust- «Γυναίκες στην πυρά»  που μεταφράστηκε το 2010 από τις εκδόσεις «κόκκινο νήμα»           
 
Δυστυχώς το τέλος του διαφωτισμού δεν ήταν η μεταμοντέρνα υπερκαταναλωτική σαγήνη του τέλους του 20ού αιώνα που το άτομο ζούσε στην θολούρα του θεάματος. Το τέλος του διαφωτισμού ήρθε τώρα με το  τέλος της αστικής δημοκρατίας, όπως την βιώσαμε μέχρι τα τώρα. Με τον διάχυτο φόβο που οδηγεί σε ένα κοινωνικό και πολιτικό εκφασισμό, σε μια κατάσταση εξαίρεσης,  σε ένα καθεστώς έκτακτου ανάγκης που αποκλείει με κάθε τρόπο το πλήθος από την διαχείριση των κοινών πραγμάτων.
 
 Που κλειδώνει έξω στο κρύο και στην πείνα τα γυμνά κορμιά των κολασμένων  που γίνονται βολές σκόπευσης της κάθε “frontex”,  προτού σπάσουν τα μούτρα τους στα τείχη του Έβρου. Με τμήμα του ιερατείου της  εκκλησίας της θρησκείας της αγάπης- του υιό του θεού που έδιωξε κλοτσηδόν τους εμπόρους από το ναό και είπε πως δεν χρειάζεται να εργαζόμαστε, γιατί ο θεός τα προσφέρει απλόχερα παντού- να συμφωνεί με την ανέγερση του τοίχους του αίσχους στα σύνορα.
 
Αλήθεια που πήγαν οι  ζητωκραυγές για την πτώση του τοίχους του Βερολίνου που τάχα  θα ένωνε τον κόσμο και θα έφερνε την Ειρήνη; Ύστερα από  20 χρόνια το τοίχος έγιναν τείχη που χωρίζουν πολύμορφα οι δυνάμεις και τις δυνατότητες που αν ενώνονταν, θα τελειώναμε με την σημερινή αθλιότητα και βαρβαρότητα.
 
Ω τι υπέροχη εποχή!!!!
Κατά ένα διαολεμένο τρόπο  ο σύγχρονος καπιταλισμός  μοιάζει με τους «τρομερούς γονείς» του Ζ. Κοκτώ που ανεβαίνει με επιτυχία στο πολυθεαμα από το θέατρο Ελληνογαλλικού συλλόγου Ιωαννίνων. Παραμένουν και οι δυο ανώριμα παιδία, παιδιά που απέτυχαν να αποκτήσουν ένα «συλλογικό εμείς», για να θυμηθούμε το  Vygotskij, παραμένοντας άτομα αλλά όχι μοναδικότητες  που ζουν στο βασίλειο της αταξίας τους, χρησιμοποιώντας την πραγματική νιότη, τον έρωτα, την γνώση ως παιχνίδια τους, ως κτήμα τους, κλειδώνοντας τα σε μια σχέση σχεδόν βέβηλη και ανίερη.
 
Να όμως που το μέλλον, η πραγματική νιότη, η ελπίδα και ο έρωτας-  με την βοήθεια των δυνάμεων που συντηρώντας την όποια ανθρώπινη τάξη, μας αποτρέπουν από την ολοκληρωτική βαρβαρότητα- απελευθερώνονται, με την θνίνουσα παρακμή  να αυτοκτονεί μέσα σε λυγμούς και παραλλήλημα. 
 
Αυτά βέβαια στο θεατρικό έργο  του Ζ. Κοκτώ,  γιατί στην εποχή μας- εποχή των τεράτων κατά  Ζίζεκ- χρειάζεται να βγούμε από την βολή μας, όπως γράφει και η Σ. Σακοράφα στην εφημερίδα  «Πριν» στις 9 Γενάρη 2011. 
 
Χρειάζεται να κατανοήσουμε πως ότι ζήσαμε, τελείωσε, πως τα πράγματα αν τα αφήσουμε στην μοίρα τους θα πάνε χειρότερα. Πως είναι στο χέρι μας να πάνε διαφορετικά, πως υπάρχουν οι δυνατότητες να πάνε διαφορετικά και σαφώς καλύτερα απ’ τι ήταν.
 
 Πως μια απελευθερωμένη κοινωνία με βάση την συνεργατική δύναμη αυτών που παράγουν τον κοινωνικό πλούτο σε σχέση με την γνώση, την επιστήμη και την τεχνολογία δεν είναι παραμύθια του Ιουλίου Βερν, αλλά σημερινή δυνατότητα.
 
Ας διαψεύσουμε τους Κινέζους που -όπως μας ξαναθυμίζει ο Ζίζεκ της ομιλίας του στην Αθήνα- θεωρούν πως είναι κατάρα να ζούμε σε ενδιαφέροντες καιρούς, δηλαδή σε εποχές πολέμων και επαναστάσεων.
 
 Θεωρώ εξαιρετικά όμορφο όχι μόνο να ζούμε σε τέτοιους καιρούς αλλά και να πρωταγωνιστούμε, δηλαδή να γίνουμε  κύριοι των συνθηκών της ζωής μας και όχι να παραμείνουμε δούλοι δυνάμεων που ζούνε σε βάρος μας.                            
 
.      
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΡΓΥΡΟΣ

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις